15. Νοεμβρίου 2021

1821 – 2021: Διακόσια χρόνια νεοελληνικής ιστορίας

By Editorial Team

Αναζητώντας τη συνειδησιακή ενδοχώρα

του Αντώνη Λιάκου*

Ας δούμε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση ως ένα εφαλτήριο για να ανοίξουμε τον ορίζοντά μας και να ξαναδούμε τον συλλογικό μας εαυτό.

Πριν από την κρίση, στην ευφορία του ευρώ, των Ολυμπιακών και της ευμάρειας, η αναζήτηση μιας καινούργιας ταυτότητας προσανατολιζόταν σε ένα αυτοεγκωμιαστικό αφήγημα: Η Ελλάδα, από επαρχία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, κατέληξε στον σκληρό πυρήνα των ευρωπαϊκών χωρών. Στην κρίση το αφήγημα αντιστράφηκε. Η ιστορία της Ελλάδας θεωρήθηκε κακέκτυπο της ευρωπαϊκής ιστορίας. Οι κλεφταρματολοί από ήρωες συμβόλισαν την προπατορική ανομία των Ελλήνων. Το μνημονιακό και το αντιμνημονιακό στρατόπεδο προβλήθηκε αναδρομικά στο ίδιο το ‘21. Τώρα, σε κλίμα τεχνητής ευφορίας, προβάλλεται αυτάρεσκα ότι η Ελλάδα περνώντας μέσα από διαδοχικές καταστροφές, τελικά τα κατάφερε. Πρόκειται για μια ηθικολογικού τύπου ιστορία, όπου οι ιστορικοί μιλούν ως μετωνυμία του έθνους. Η ιστορία περιορίζεται στην ιστορία της εξουσίας, των ηγεσιών, με μέτρο την επιτυχία και την αποτυχία. Πρέπει να διασωθεί όμως η ιστορία από την τελεολογία του έθνους. Η ιστορία δεν είναι ασπρόμαυρη ούτε γραμμική. Είναι πολύχρωμη, πολυσχιδής, πολυδιάστατη, με λεπτές αποχρώσεις και απροσδιόριστο μέλλον.

 Τα προηγούμενα ιωβηλαία

  • Η επέτειος της πρώτης πεντηκονταετίας (1871) ολοκλήρωσε την όσμωση ανάμεσα στις διαφορετικές και αντιτιθέμενες πλευρές της Επανάστασης. Κόσμοι διαφορετικοί που συγκρούστηκαν σκληρά μεταξύ τους, με σύμβολα τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’ και τον Ρήγα, τον Κοραή και τον Καποδίστρια, γεφυρώθηκαν, όπως στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών, για να δημιουργήσουν την ελληνική εθνική συνείδηση. Κατόρθωμα δυσκολότερο του να συνταιριάξεις κομμουνιστές και εθνικόφρονες της κατοχής και του εμφυλίου.
  • Η εκατονταετηρίδα (1921), που λόγω πολέμου απλώθηκε ως το 1930, είχε προετοιμαστεί συστηματικά με πλήθος δράσεων από όλους τους θεσμικούς φορείς. Ωστόσο, αυτό που τη σημάδεψε ήταν ένα μικρό απρόβλεπτο βιβλίο: Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821 του Γιάννη Κορδάτου (1924). Βάζοντας στη συζήτηση τις κοινωνικές αιτίες της Επανάστασης, δυναμίτισε την πνευματική ζωή της χώρας για δεκαετίες και άνοιξε δρόμους, γονιμοποίησε την εθνική συνείδηση, και τοποθέτησε την επανάσταση στην γενεαλογία της ελληνικής αριστεράς.
  • Στα 150 χρόνια (1971) αναφερόμαστε ως καρικατούρα: Κιτς εορτασμοί της χούντας. Εντούτοις, την ίδια περίοδο το εκδοτικό πρόγραμμα των Κ. Θ. Δημαρά, Ν. Σβορώνου και των συν αυτοίς, αναδεικνύει το φαινόμενο «Ελληνικός Διαφωτισμός» και συνδέει την Επανάσταση με την Ευρώπη, με τον διανοητικό και οικονομικό εκσυγχρονισμό. Δημιουργείται ένα σώμα γνώσης που αλλάζει την κοινή αντίληψη. Παράλληλα, στη λαϊκή κουλτούρα, στο θέατρο, την ποίηση και την μουσική, το 1821 προσλαμβάνεται μέσα από ένα διάχυτο Μακρυγιανισμό που συνυφάνθηκε με το δημοκρατικό πνεύμα και την κουλτούρα της Μεταπολίτευσης.

Και σήμερα; Πέραν των επίσημων εορτασμών, τι χρειάζεται να σκεφτούμε και να κουβεντιάσουμε;

 Η ευρωπαϊκή ανάδυση του Ελληνισμού

Η ανάδυση της νεώτερης Ελλάδας υπήρξε ένα από τα κεντρικά γεγονότα στην ανάδυση του νεωτερικού κόσμου και στην επανεμφάνιση της έννοιας της πολιτικής μετά τον διαχωρισμό θρησκευτικής και κοσμικής εξουσίας. Οι Έλληνες, πριν ακόμα διεκδικήσουν την ανεξαρτησία τους, διέθεταν ήδη υψηλή αναγνωρισιμότητα και πολιτισμικό διαβατήριο. Η Ελλάδα σημειωνόταν στους χάρτες της εποχής πριν ακόμη γίνει κράτος. Αυτή όμως ήταν μια Ελλάδα ανεξάρτητη από τους Έλληνες και συχνά χωρίς αυτούς. Ήταν η Ελλάδα των Βίνκελμαν και Γκαίτε, των Μπάυρον και Σέλλευ, η Ελλάδα που οι άποικοι της Αμερικής κουβαλούσαν στις βαλίτσες τους για να συγκροτήσουν την ευρωπαϊκότητα τους, η Ελλάδα μέρος της αποικιακής αποστολής εκπολιτισμού των ιθαγενών, αλλά και η Ελλάδα ως αντι-αποικιακός ρεπουμπλικανισμός, εν τέλει η Ελλάδα που επιβλήθηκε και στους ίδιους τους Έλληνες. Μια πολύμορφη, πολυσήμαντη και διάχυτη στον κόσμο Ελλάδα.

Ο Φιλελληνισμός υπήρξε κοινό δημιούργημα αυτής της «ελληνολατρίας» και της αντίδρασης στην Παλινόρθωση. Εκφράστηκε μέσα από ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών πολιτικών, από τους Άγγλους ριζοσπάστες ως τον Ρωσικό ηγεμονικό διαφωτισμό. Το ελληνικό κράτος είχε προοιωνιστεί πριν ακόμη πραγματοποιηθεί. Τα σχέδια του ηγετικού πυρήνα των Βαυαρών που συνόδευαν τον Οθωνα και ανέλαβαν το πρακτικό έργο της οργάνωσής του κράτους, η αλληλογραφία των ευρωπαίων πολιτικών στοχαστών με τον Κοραή, το ενδιαφέρον των ουτοπιστών μεταρρυθμιστών της εποχής (σαινσιμονιστών), δείχνουν ότι το ελληνικό κράτος είχε υπάρξει νοερά πριν υπάρξει πραγματικά, ως μια ουτοπία της νεωτερικότητας, με όλες τις αναγκαίες αποχρώσεις. Οι προθέσεις όμως δεν αποτυπώθηκαν στην πραγματικότητα. Η ανεξαρτησία του εθνικού κράτους, ως μορφής κοινωνικής αυτονομίας, υπέστη διαδοχικές διαψεύσεις και ακυρώσεις. Η εθνική κυριαρχία αποδείχτηκε σχετική έννοια.

Η παγκοσμιότητα της ελληνικής επανάστασης

Η επανάσταση του 1821 συνέβη σε μια εποχή που η ιστορία στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο άλλαζε σελίδα. Οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι κλόνισαν το κρατικό σύστημα της Ευρώπης, τόσο ως προς τον συσχετισμό δυνάμεων όσο επίσης και ως προς την εσωτερική υφή των κρατών. Κάθε είδους κοινότητες και τοπικές εξουσίες ζήτησαν και διεκδίκησαν ανακατανομή της ισχύος και της κυριαρχίας, σχεδόν παντού στην μεσογειακή Ευρώπη.

Η επιτυχία της ελληνικής επανάστασης οφείλεται στο γεγονός ότι βρέθηκε ακριβώς στο σημείο και στη στιγμή της μεταβολής αυτών των διεθνών και ενδοκρατικών συσχετισμών. Γι’ αυτό και η παγκόσμια απήχησή της. Οι Έλληνες έγιναν δημοφιλείς γιατί ανέβηκαν στην σκηνή ακριβώς τη στιγμή που άνοιγε η αυλαία ενός καινούργιου κόσμου. Επομένως είτε ως είδηση, ως θέαμα και μήνυμα, είτε ως πραγματικότητα που άλλαζε το μαγνητικό πεδίο της πολιτικής ανάμεσα στα κράτη, και ανάμεσα στα κράτη και τους υπηκόους τους, έγιναν δομικό στοιχείο της ιστορικής μεταβολής, της δημιουργίας μιας καινούργιας φάσης στην ιστορία του κόσμου.

Στα οθωμανικά της συμφραζόμενα η ελληνική επανάσταση έδειξε τη βαθειά διαφοροποίηση στο εσωτερικό της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι πρώην ραγιάδες μιλούσαν μια πολιτική γλώσσα που δεν καταλάβαιναν οι Οθωμανοί. Δεν είχαν τρόπο να ελέγξουν την επικράτειά τους. Χρειάζονταν βαθιές μεταρρυθμίσεις στον πυρήνα της εξουσίας τους. Πράγματι, το πρώτο κύμα οθωμανικών μεταρρυθμίσεων ακολούθησε το 1830. Όσο όμως μεταρρυθμιζόταν η αυτοκρατορία, τόσο ενθάρρυνε τους βαλκανικούς λαούς να διεκδικήσουν την αυτονομία τους. Η ελληνική επανάσταση δημιούργησε στον βαλκανικό περίγυρο ένα ιστορικό προηγούμενο, στο οποίο όλα τα βαλκανικά έθνη, και το τουρκικό, θα προσανατολίζονταν, ακόμη κι αν στρέφονταν εναντίον των ίδιων των εμπνευστών τους.

 Απήχηση πέραν των ωκεανών

Στις ΗΠΑ, που τον καιρό της ελληνικής επανάστασης ήταν υπό διαμόρφωση, οι αναγνώσεις της ελληνικής επανάστασης ήταν πολλαπλές. Ο Αγώνας διαβάστηκε μέσω της ουμανιστικής παράδοσης αλλά και ως δοκιμασία των συναισθημάτων αλληλεγγύης και ελευθερίας. Αν εκδηλώνουμε την αλληλεγγύη μας στους Έλληνες σκλάβους, γιατί όχι και στους μαύρους σκλάβους του αμερικάνικου Νότου; Το φιλελληνικό κίνημα εξελίχθηκε σε κίνημα κατάργησης της δουλείας στο Νότο, αλλά και σε πύλη μέσω της οποίας οι γυναίκες, που στελέχωναν τις επιτροπές αλληλεγγύης, εισήλθαν στον δημόσιο χώρο.

Στη Νότια Αμερική, οι εξελίξεις ήταν ομόλογες εκείνων που προκάλεσαν την Επανάσταση στην Ελλάδα, γι αυτό και τα κράτη της είναι συνομήλικα του ελληνικού. Αυτή η αντιστοίχηση δεν είχε διαφύγει από τους πρωταγωνιστές της εποχής εκείνης. Οι δυο αντίπαλες αυτοκρατορίες που όριζαν τις τύχες της Μεσογείου επί αιώνες, δηλαδή η Οθωμανική και η Ισπανική, κλονίστηκαν από τους ναπολεόντειους πολέμους, αφήνοντας ζωτικό χώρο για τη διεκδίκηση αυτονομιών, και στην Λατινική Αμερική και στα Βαλκάνια.

Η ιστορία όμως δεν είναι ποτέ ευθύγραμμη. Στην Ινδία, οι φιλελεύθεροι Βραχμάνοι ήταν αμφίθυμοι προς την ελληνική επανάσταση. Τους συγκινούσε το φιλελεύθερο μήνυμα της, αλλά η Επανάσταση θεωρήθηκε ως επέμβαση των ευρωπαϊκών δυνάμεων σε μια ασιατική αυτοκρατορία. Η υπεράσπιση των ασιατικών αυτοκρατοριών απέναντι στην ευρωπαϊκή επέμβαση δημιούργησε έναν κοινό τόπο ανάμεσα σε πολιτικοποιημένους διανοούμενους της Ινδίας, του Ιράν, της Αιγύπτου, αλλά και της Κίνας. Αυτό ήταν και το βασικό δίλημμα με το οποίο αντιμετωπίζονταν τα ευρωπαϊκά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στην Ασία.

Η αναγνώριση του διεθνούς πεδίου που δημιούργησε την Ελλάδα είναι αναγκαίο αντίδοτο στον στενό ορίζοντα της ελλαδική πολιτικής, στο να βλέπουμε τον εαυτό μας ως τους εκλεκτούς του κόσμου ή τα αιώνια θύματα. Είναι αντίδοτο στον μικρομεγαλισμό της Ελλάδας – «λίκνο της δημοκρατίας», αλλά και στην αντίληψη της Ελλάδας ως «αποικιακού σχεδίου». Η Ελλάδα είναι ανοιχτή στον κόσμο. Μοιάζει με σφουγγάρι που εισπνέει και εκπνέει πληθυσμούς, ιδέες, στοιχεία υλικά και άυλα, που γίνεται η ίδια τραγωδία και συμμετέχει στις τραγωδίες των άλλων. Δεν μπορείς να την κλείσεις σε ένα αυτάρεσκο αφήγημα.

 Πού βρίσκεται τώρα η Ελλάδα;

Ας δούμε όμως πού βρίσκεται συγκριτικά η Ελλάδα. Μετά από μια περίοδο πολέμων στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, η Ελλάδα εισήλθε, από το 1950, σε μια εικοσιπενταετή περίοδο έντονης ανάπτυξης, όπως όλη η δυτική Ευρώπη. Στο τέλος αυτής της περιόδου βρισκόταν στο όριο ανάμεσα στην πρώτη ζώνη των πιο ανεπτυγμένων χωρών, και στη δεύτερη ζώνη των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών, που περιλάμβανε τη Νότια Ευρώπη. Τα επόμενα τριάντα χρόνια σταθεροποιείται σε αυτή τη δεύτερη ζώνη. Προς το τέλος της δεκαετίας του 2000 και πριν από την κρίση, η Ελλάδα αρχίζει να περνά στο όριο ανάμεσα στη δεύτερη ζώνη και στην τρίτη ζώνη ανάπτυξης, η οποία περιλαμβάνει χώρες της κεντρικής ανατολικής Ευρώπης. Κατά τη διάρκεια της κρίσης σταθεροποιείται σε αυτή την τρίτη ζώνη. Και οι τρεις ζώνες παρουσιάζουν μακροχρονίως ανοδική πορεία, αλλά οι ανακατατάξεις ανάμεσά τους δείχνουν τη συγκριτική πορεία της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Οι τελευταίες στατιστικές αποτιμήσεις σε μια σειρά από δείκτες φέρνουν την Ελλάδα ξανά πίσω στη γειτονιά της, στις 4-5 τελευταίες θέσεις της Ευρώπης.

Δυο αιώνες μετά την Επανάσταση η Ελλάδα δοκιμάζεται από διαδοχικές και επικαλυπτόμενες κρίσεις. Οικονομική κρίση του 2010, πανδημία το 2020, προοπτική νέας οικονομικής κρίσης εξαιτίας της πανδημίας. Ο πληθυσμός μειώνεται από το 2010. Η παράλληλη δημογραφική κρίση γήρανσης του πληθυσμού και μετανάστευσης μορφωμένων νέων στο εξωτερικό αντικρίζεται με μετακινήσεις πληθυσμών προς την Ελλάδα και διαδοχικές προσφυγικές κρίσεις. Απειλητική σκιά στο βάθος η περιβαλλοντική κρίση. Το ερώτημα είναι: πώς αντιμετωπίζονται οι αλλεπάλληλες κρίσεις; Πώς εγγράφονται στη συλλογική συνείδηση; Πώς αντιμετωπίζουμε την ιστορική ενδεχομενικότητα; Με ποια συνειδησιακά αποθέματα; Η Επανάσταση και οι δυο αιώνες ελληνικής ιστορίας, δημιούργησαν ένα πολιτισμικό κεφάλαιο, αξίες, ιδέες, στάσεις, συμπεριφορές, πάνω στις οποίες μπορεί να βασιστεί η ελληνική κοινωνία;

Η προοπτική της προόδου που δημιουργούσε μια αίσθηση βεβαιότητας δεν υπάρχει πλέον. Το μέλλον είναι τυλιγμένο με φόβο και ανησυχία. Η αβεβαιότητα έχει εγκατασταθεί σταθερά στις κοινωνίες και στην ψυχή των ανθρώπων.

 Κριτική του success story

Ωστόσο μήπως η παραδοχή του απρόβλεπτου, που στα χρόνια της πανδημίας αφορά και το άμεσο μέλλον, σημαίνει υιοθέτηση παθητικής και μοιρολατρικής στάσης; Το ελάχιστο που η ιστορική εμπειρία μας κάνει να σκεφτούμε είναι, πρώτο, ότι η εξέλιξη της Ελλάδας εξαρτάται από την εξέλιξη του κόσμου. Από την πρώτη στιγμή δημιουργίας της, η χώρα, βρέθηκε στις διασταυρούμενες τροχιές διεθνών αναταράξεων. Δεύτερο, πως η θελημένη ή αθέλητη συμμετοχή της Ελλάδας στις διεθνείς αναστατώσεις, όπως συνέβη στους δυο παγκοσμίους πολέμους του 20ου αιώνα, προκαλεί εσωτερικούς διχασμούς και εμφυλίους.

Η θέση πως η χώρα επιλέγει στις παγκόσμιες αναστατώσεις την «σωστή» ιστορική πλευρά είναι προβληματική γιατί προϋποθέτει μια τελεολογία της ιστορίας, την υποστασιοποιεί ως μια πορεία του κόσμου στην οποία άλλοι συμμετέχουν με τη ‘σωστή’ πλευρά που προώρισται να νικήσει και άλλοι με την ‘λάθος’ που προώρισται να χάσει. Δημιουργεί μια αντίληψη ιστορικού πεπρωμένου. Βλέπει την ιστορική εξέλιξη μέσα από τα γυαλιά της επιτυχίας και της αποτυχίας, ως μια μονογραμμική πορεία, ως βήματα μπρος – πίσω. Πάνω σ’ αυτήν βασίζεται και το success story της Ελλάδας.

Ωστόσο είναι θεμιτό να αντιλαμβανόμαστε την ιστορία μέσα από τη διάκριση επιτυχίας-αποτυχίας; Με τον τρόπο αυτό αντιλαμβανόταν την ιστορία ο κοινωνικός δαρβινισμός, κατά τον οποίο, οι αποτυχημένες φυλές υποτάσσονταν και οι επιτυχημένες κυριαρχούσαν. Μπορούμε να θεωρούμε τα έθνη ως προσωπικότητες που είναι αποκλειστικά υπεύθυνες της μοίρας τους; Αν για τους ανθρώπους που έχουν βιολογικό τέλος ισχύει το «μηδένα προ του τέλους μακάριζε» του Σόλωνα, το ίδιο ισχύει, κατά μείζονα λόγω, και για τα έθνη που δεν έχουν ορατό τέλος ύπαρξης. Η ιστορία χωρίς ενδεχομενικότητα υπάρχει μόνο στη θεολογική σκέψη. Και βέβαια το επιχείρημα είναι αποκλειστικά εσωτερικής κατανάλωσης. Πώς θα βγει κανείς στον κόσμο να διακηρύξει την Ελλάδα ως success story; Με εξαιρέσεις χωρών που σπαράχθηκαν από ενδημικούς πολέμους, όλες οι χώρες του πλανήτη πολλαπλασίασαν τον πληθυσμό τους και τον πλούτο τους στους δυο περασμένους αιώνες. Αντιμετωπίζουν όμως νέα υπαρξιακά ζητήματα όπως η κλιματική κρίση.

 Τι να κάνουμε;

Απέναντι στην ιστορική ενδεχομενικότητα και την αβεβαιότητα του μέλλοντος υπάρχουν κάποιες σταθερές; Θα τις συνοψίσω σε τρεις.

Α. Παιδεία, όχι η χρησιμοθηρική αλλά η μακροπρόθεσμα και βαθειά ανθρωπιστική. Εκείνη που δημιουργεί προσωπικότητες με ολοκληρωμένη αντίληψη, λογικά συγκροτημένες, κριτικές, δημιουργικές, δημοκρατικούς πολίτες με αξίες και σεβασμό των δικαιωμάτων. Αντί λ.χ. να αποκλείουμε από τη τριτοβάθμια εκπαίδευση 25000 παιδιά επειδή βρίσκονται κάτω από τη βάση, να εξετάσουμε πώς θα τα συμπεριλάβουμε για να γεφυρώσουμε το χάσμα για τη συνολική βελτίωση και την ριζική μεταρρύθμιση της μάθησης. Η παιδεία θα δημιουργήσει ανθεκτικούς πολίτες σε όλες τις αναπάντεχες αναποδιές.

Β. Περιβάλλον. Πέραν από το γεγονός ότι η περιβαλλοντική κρίση είναι η κοινή μοίρα και της Ελλάδας και του πλανήτη, η χώρα αυτή υπέστη απίστευτες περιβαλλοντικές καταστροφές στην πορεία της ανάπτυξης, οι οποίες συνεχίζονται τώρα ακόμη και στο όνομα της πράσινης ανάπτυξης. «Το περιβάλλον και τα μάτια μας» είναι όρος της μελλοντικής αναπνοής μας, αλλά και ο χώρος ως στοιχείο της εθνικής ταυτότητας.

Γ. Ανισότητες. Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στις ανισότητες. Ανήκει στις 5 χώρες που το 40% του πληθυσμού έχει το μικρότερο εισόδημα και το 10% του πληθυσμού έχει το υψηλότερο εισόδημα. Και στα δυο αποκλίνει από τον ευρωπαϊκό μέσον όρο. Έχει μαζί με Βουλγαρία και Ρουμανία τον υψηλότερο πληθυσμό σε κίνδυνο φτώχειας (32,8%), τη μεγαλύτερη ανεργία μεταξύ των νέων, είναι πρώτη σε αμυντικές δαπάνες στην Ευρώπη και από τις πρώτες στον κόσμο, τρίτη από το τέλος στην ελευθερία του τύπου, στην πρώτη τριάδα στην διαφθορά. Πώς μπορεί να πορευτεί στο μέλλον, πώς μπορεί να είναι ανθεκτική ως χώρα και να μην τυλιχτεί σε νέους διχασμούς σε αναπάντεχες κρίσεις, πώς μπορεί να αποφύγει τους κινδύνους για τη δημοκρατία αν δεν φροντίσει για την κοινωνική συνοχή, για τη μείωση των ανισοτήτων;

Αντί μιας επίπλαστης αισιοδοξίας λοιπόν, ιστορική περίσκεψη για το πώς θα πορευτεί η Ελλάδα στην αχαρτογράφητη τρίτη εκατονταετία της. Μπορεί η ιστορία, να προσφέρει μια χειρολαβή βεβαιότητας; Ας μην αναζητήσουμε μαθήματα ιστορίας, ηθικές επιταγές ή συναισθηματική τόνωση. Είναι η διανοητική παράδοση μιας κοινωνίας εκείνη που επεξεργάζεται κριτικά την ιστορική εμπειρία της. Η εθνική ενδοχώρα. Την διαθέτει η Ελλάδα; Ναι, στο έργο των διανοητών της πριν ακόμη από την ελληνική επανάσταση, σε φωτισμένες συζητήσεις στο κοινοβούλιο, στο έργο των εμπνευσμένων της ποιητών, συγγραφέων, ιστορικών. Μια παράδοση που πρέπει να αναδειχτεί συνεκτικά. Η απάντηση στην αβεβαιότητα δεν είναι ο εφησυχασμός αλλά το φιλέρευνο πνεύμα, τα καινούργια ερωτήματα, η ανοιχτή επανανάγνωση της ιστορικής πορείας υπό το φως των καινούργιων προβλημάτων.

 

*Ο Αντώνης Λιάκος είναι ομότιμος καθηγητής νεώτερης ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.